Ενας μικρός Αθηναίος το 1914 που θα ήθελε να είχε ένα κινητό

Θ​υμάμαι ακόμη τη φωνή του στο τηλέφωνο, παρότι έχουν περάσει πολλά χρόνια. Ο Ιωάννης Δ. Κανδήλης. Ηταν Αθηναίος ώς το μεδούλι, γεννημένος το 1904, χημικός στο επάγγελμα, και τον φέρνω συχνά στο νου μου κάθε φορά που βλέπω παιδιά και εφήβους να φωτογραφίζονται στους δρόμους της Αθήνας. Ο Κανδήλης ήταν γεννημένος περιπατητής της πόλεως, με μια τεράστια φυσική περιέργεια, που είχε ως αποτέλεσμα από την ηλικία των δέκα ετών να καταγράφει τους δρόμους της Αθήνας συχνά και με τη φωτογραφική μηχανή του, πράγμα μάλλον ασυνήθιστο για παιδί πριν από 100 χρόνια.
Ο λόγος που ανασύρω στην επιφάνεια την περίπτωση αυτού του υποδειγματικού Αθηναίου είναι όχι μόνο γιατί είναι εξαιρετική από μόνη της αλλά γιατί, στην

παρούσα συγκυρία, μας βοηθάει να αντιληφθούμε τη σχετικότητα των πραγμάτων και τη ροή του χρόνου ως κάτι ανεξάρτητο από την ανθρώπινη συνθήκη. Ο μικρός Ιωάννης Κανδήλης, γιος του φιλόλογου Δημητρίου Εμμ. Κανδήλη και της Αριάδνης Κανδήλη, το γένος Ιω. Δ. Καμπάνη, ζούσε κοντά στο Φιξ της Συγγρού, στην οδό Πετμεζά και Ιλισού (νυν Καλλιρρόης), σε ένα σπίτι που είχε χτιστεί το 1906, «νεοκλασικού ρυθμού, μικρό παλατάκι για τις περιορισμένες αξιώσεις της εποχής και την απόμερη τότε περιοχή του, που συγκαταλεγόταν στα περίχωρα της Αθήνας, χάρις στο ξύλινο γεφύρι που έζευε τον ποταμό, και στον οποίον κατέληγε η Πετμεζά…». Αυτά έγραφε ο ίδιος ο Κανδήλης γιατί εκτός από περιπατητής, καταγραφέας της πόλης, ερασιτέχνης φωτογράφος και φυσικός αισθητήρας όλων των αστικών αλλαγών, υπήρξε και συγγραφέας. Εγραψε πολλά κείμενα αλλά το πιο πυκνό είναι αυτό που έγραψε μετά τα 80 του χρόνια, το «Η Αθήνα όπως την έζησα και τη γνώρισα» (εκδ. Τ. Πιτσιλός, 1987), ένα βιβλίο 150 σελίδων που αξίζει να επανεκδοθεί.

Οι πρώτες διαδρομές στο κέντρο της Αθήνας (έξω από τα όρια της Πλάκας όπου πήγαινε στο δημοτικό στο ιστορικό σχολείο του Διαλησμά) ήταν το άνοιγμα σε έναν κόσμο, μεγάλο και ρευστό. Τις πρώτες φωτογραφίες που έβγαλε από την Αθήνα ήταν το 1914, ανάμεσα στους Βαλκανικούς και τον Εθνικό Διχασμό, μία περίοδο μεγάλης πολιτικής και κοινωνικής αναταραχής. Σκέφτομαι πόσο περιορισμένα μέσα υπήρχαν τότε για να προχωρήσει κανείς το χόμπι της καταγραφής της πόλεως. Ποδαρόδρομος, λάσπη, καβαλίνες και όλο το χαρτζιλίκι για φιλμ, εκτύπωση, βιβλία. Πολύς χρόνος για σκέψη, οργάνωση υλικού… αυτός ο χρόνος ήταν δωρεάν και γι’ αυτό υπερπολύτιμος, ως προσωπική επιλογή.
Ο Ιωάννης Κανδήλης, όταν έγινε φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, συνέχισε να καταγράφει το κέντρο, κτίριο προς κτίριο, από την Ιλισού ώς την Πανεπιστημίου, στις αρχές της δεκαετίας του ’20. Είχε πνευματική δίψα και επιπλέον ένα χάρισμα που αμφιβάλλω αν υπάρχει σήμερα τόσο ανεπτυγμένο ανάμεσα στους χιλιάδες που φωτογραφίζουν την πόλη ή φωτογραφίζονται σε αυτήν. Είχε πλήρη συνείδηση του ποιος ήταν, σε ποιο σημείο και ποια στιγμή. Αυτή η συνειδητότητα κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε έναν διαβάτη και έναν καταγραφέα του αισθήματος του άστεως. Φωτογράφιζε και πονούσε την πόλη ώς το τέλος.
Αναλογίζομαι πώς θα ήταν ο Ιωάννης Κανδήλης αν ήταν σήμερα νέος. Αν είχε όλη την τεχνολογία στη διάθεσή του και αν η περίπτωσή του θα μπορούσε να διασώσει τη μοναδικότητά της ή αν θα ήταν ένας ακόμη ανάμεσα σε πολλούς. Ενα ερώτημα χωρίς απάντηση.
kathimerini.gr

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο