Η καλή πρώτη εντύπωση αποτελεί στοιχείο ζωτικής σημασίας στη κοινωνική μας ζωή. Το τι στοιχεία αποπνέουμε σε ένα άλλο άτομο, σε μια συνέντευξη για εργασία ή σε ένα ραντεβού, μπορεί να στρώσει το δρόμο για επιτυχία ή αποτυχία. Για μια καλή εντύπωση, κάποιος πρέπει να ξεδιπλώνει ποιότητες όπως εμπιστοσύνη, ικανότητα και ζεστασιά (φιλικότητα). Όμως κάποιες φορές, αστοχούμε. Οι έρευνες που έχουν γίνει πάνω στο ζήτημα της εντύπωσης και της διαχείρισής της είναι πολυάριθμες και η μελέτη τους δείχνει ότι κάποιος έχει αναπτύξει τη δεξιότητα να παρουσιάζει τον εαυτό του στους άλλους υπό θετικό φως. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, συνήθως θεωρείται ότι δεν διαθέτει την πνευματική (και νοητική) ενέργεια για να πλοηγηθεί μέσα στις κοινωνικές καταστάσεις.
Η αυτοπαρουσίαση περιλαμβάνει δύο βήματα. Κατά πρώτον, κάποιος πρέπει να επιλέξει την εικόνα που θέλει να ξεδιπλώσει στους άλλους. Κατά δεύτερον, πρέπει να την παρουσιάσει στρατηγικά
. Είναι αυτό το δεύτερο βήμα που οι ερευνητές ισχυρίζονται ότι μπορεί να επιβαρύνει τα ψυχικά μας αποθέματα. Η θετική εντύπωση απαιτεί αυτορύθμιση και αυτοέλεγχο, οι οποίες προϋποθέτουν βέβαια προσπάθεια. Για παράδειγμα, όταν οι άνθρωποι είναι υπερφορτωμένοι γνωστικά, δηλαδή όταν δείχνουν ότι γνωρίζουν πάρα πολλά, μπορεί να δώσουν την εντύπωση αλαζόνα, υπερόπτη. Αυτή η συμπεριφορά έχει την τάση να μη γίνεται ιδιαίτερα αρεστή από τους άλλους.
Μήπως κάποιοι άνθρωποι, ασχέτως των ψυχικών και νοητικών τους πόρων, είναι απλά κακοί στις πρώτες εντυπώσεις; Αυτή η πρόκληση σχετικά με την παραδοσιακή σκέψη πάνω στο ζήτημα της εντύπωσης αποτελεί το κύριο ερώτημα μιας νέας έρευνας με υπεύθυνη την ψυχολόγο Janina Steinmetz από το Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης. Εκείνη και οι συνάδελφοί της υποστηρίζουν ότι κάποιοι άνθρωποι μπορεί να μην τα πάνε πολύ καλά σε αυτό τον τομέα όχι λόγω της έλλειψης αποθεμάτων, αλλά περισσότερο λόγω δύο παραγόντων που δεν είχαν εξεταστεί ενδελεχώς μέχρι σήμερα:
Ο πρώτος είναι η αποτυχία αντίληψης της οπτικής του άλλου. Η αντίληψη αυτή αναφέρεται κυρίως στην ικανότητα κάποιου να «προβλέψει τις σκέψεις των άλλων», κάτι βεβαίως που δεν είναι εύκολο. Όταν κάτι πάει στραβά, συμβαίνει εξαιτίας της λανθασμένης πρόβλεψης της συναισθηματικής αντίδρασης του παραλήπτη.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι ο ναρκισσισμός. Στην αρχή, οι δραστήριοι, ενδιαφέροντες και διασκεδαστικοί τρόποι του ναρκισσιστή είναι γοητευτικοί. Αλλά με την ώρα, ο ανταγωνισμός και η αλαζονεία τους έρχονται πλήρως στο προσκήνιο, δημιουργώντας αντιπάθειες. Οι τρόποι τους επίσης επηρεάζουν τις στενότερες σχέσεις τους, αφού οι ναρκισσιστές πιστεύουν ότι είναι ανώτεροι, κάνουν υποβιβαστικές (για τους άλλους) συγκρίσεις και κακολογούν. Επιπλέον, επιδεικνύουν ελάχιστες ικανότητες για ενσυναίσθηση και αντίληψη της οπτικής του άλλου.
Οι συγγραφείς της έρευνας ισχυρίζονται ότι η αντίληψη της οπτικής, επιβαρυμένη και από τον ναρκισσισμό, συνεισφέρει σε τέσσερις αναποτελεσματικές στρατηγικές για την πρώτη εντύπωση:
1. Καυχησιολογία
Όταν κάποιος καυχιέται με αλαζονεία δεν έχει καλά αποτελέσματα ως προς τους άλλους και τείνει να αφήνει αρνητική εντύπωση. Η επιστήμη μάλιστα το επιβεβαιώνει. Σε μία έρευνα, οι συμμετέχοντες διάβαζαν ιστορίες, στις οποίες ο πρωταγωνιστής παρουσίαζε συστηματικά τον εαυτό του είτε με φιγουρατζίδικο (αλαζονικό) τρόπο, είτε με μη φιγουρατζίδικο τρόπο σε σχέση με τις ακαδημαϊκές του δεξιότητες και τη φιλία. Στην πρώτη συνθήκη, ο πρωταγωνιστής έκανε υποβιβαστικές για τους άλλους κοινωνικές συγκρίσεις, όπως για παράδειγμα «Είμαι καλύτερο άτομο από άλλους για να με κάνει κανείς φίλο». Στη δεύτερη συνθήκη, ο πρωταγωνιστής έκανε πιο μη- συγκριτικές και ισότιμες δηλώσεις όπως «Είμαι καλός άνθρωπος ως φίλος».
Οι ερευνητές ύστερα ρώτησαν τους συμμετέχοντες τι πίστευαν για τον κάθε πρωταγωνιστή. Τι βρήκαν; Ότι οι συμμετέχοντες ήταν πιο αδιάφοροι και δυσαρεστημένοι στην πρώτη περίπτωση, ασχέτως το αν οι δηλώσεις αφορούσαν σε ακαδημαϊκές ικανότητες ή σε φιλίες. Αυτό που τους ενοχλούσε δεν ήταν τόσο πολύ ότι ο πρωταγωνιστής είχε αρνητική άποψη για άλλους, αλλά ότι είχε αρνητικές απόψεις για τους ίδιους. Οι συμμετέχοντες λοιπόν ήθελαν να αυτό-προστατευτούν, κάτι που γέννησε ανταγωνισμό και εχθρότητα.
2. Ταπεινή (λανθάνουσα) καυχησιολογία
Αυτή η μορφή διαχείρισης εντύπωσης πρόκειται για μεταμφιεσμένη καυχησιολογία όπως γκρίνια ή υποτιθέμενη ταπεινοφροσύνη. Ένα παράδειγμα από έναν χρήστη ενός κοινωνικού δικτύου είναι η εξής δήλωση σε συνδυασμό με μια (στημένη) φωτογραφία: «Τα μαλλιά μου δεν τα έφτιαξα ακόμα, μόλις σηκώθηκα από το κρεβάτι και βγήκαν έτσι. Περίεργο!». Ένα άτομο εμφανίζοντας τον εαυτό του ως μετριόφρων, τραβάει την προσοχή στα θετικά του χαρακτηριστικά, με έναν τρόπο που δεν μοιάζει φαινομενικά προσβλητικός. Αυτή η τακτική βέβαια συχνά γυρνά μπούμερανγκ, επειδή θέτει σε αμφισβήτηση την ειλικρίνεια του ατόμου και αυτό αυτόματα οδηγεί σε αρνητική εντύπωση.
Εξάλλου, ένα τέτοιο άτομο έχει αποτύχει να λάβει υπόψη του τον σοβαρό παράγοντα της αυθεντικότητας. Η αντιλαμβανόμενη ανειλικρίνεια είναι τόσο σημαντική στη διαπροσωπική αλληλεπίδραση που η ταπεινή καυχησιολογία είναι λιγότερο αποτελεσματική από την απλή γκρίνια ή την απλή καυχησιολογία, αφού τουλάχιστον στις τελευταίες περιπτώσεις η κατάσταση διέπεται από κάποια ειλικρίνεια. Η μεταμφιεσμένη, υποκριτική μορφή των πρώτων κάποια στιγμή αποκαλύπτεται και τότε τα πράγματα είναι χειρότερα.
3. Υποκρισία
Οι υποκριτές «χτίζουν» μια ορισμένη εικόνα για τον εαυτό τους, αλλά αποτυγχάνουν να σταθούν στο ύψος των χαρακτηριστικών της. Για να το θέσουμε αλλιώς, άλλα λένε και άλλα κάνουν και αυτό φαίνεται εύκολα, ειδικά όσον αφορά ηθικά ζητήματα. Η υποκρισία μπορεί να λειτουργήσει, μόνο αν η αποκλίνουσα συμπεριφορά μείνει στα σκοτάδια. Αλλά αν έρθει στο φως, ο υποκριτής θα γίνει εξαιρετικά αντιπαθής, λόγω της ψευδούς εικόνας του.
4. Ύπουλα κοπλιμέντα
Ένα ύπουλο κοπλιμέντο είναι στην ουσία μια προσβολή σκεπασμένη με ένα πέπλο κοπλιμέντου, όπου ο κόλακας προσπαθεί να πατρονάρει το άλλο άτομο. Για παράδειγμα: «Δεν το περίμενα ότι θα τα πας τόσο καλά στις εξετάσεις. Αυτό είναι υπέροχο». Απορρέουν από την επιθυμία να γίνουν ταυτόχρονα αρεστοί και να έχουν ένα υψηλό κοινωνικό στάτους. Στον κόσμο αρέσουν τα κοπλιμέντα και τα δέχονται με χαρά. Αλλά σίγουρα οπισθοχωρούν, όταν ακούνε ένα ύπουλο κοπλιμέντο. Αυτή η απόπειρα ανωτερότητας αποτυγχάνει πανηγυρικά. Δείχνει ότι το άτομο ασχολείται με το πώς οι άλλοι τον αξιολογούν, όταν στην πραγματικότητα, είναι πιο πιθανό να αποκτήσουν τον σεβασμό των άλλων, όταν δείξουν και νιώσουν ότι δεν τους απασχολεί.
Πηγή Tromaktiko