Η έντονη καθημερινότητα, τα προβλήματα και οι στόχοι που δεν έχουμε καταφέρει να υλοποιήσουμε πολλές φορές μας «ρίχνουν» τη διάθεση, ακόμα κι αν ανήκουμε στους πιο «έξω καρδιά» ανθρώπους. Αυτό που θα πρέπει να σκεφτούμε, όμως, είναι αν η αρνητική αλλαγή στη διάθεσή μας είναι πρόσκαιρη ή μόνιμη. Τότε τίθεται το φλέγον ερώτημα: έχουμε μελαγχολία ή κατάθλιψη;
Οι διαφορές μεταξύ μελαγχολίας και κατάθλιψης
1. Η διάρκεια των δυσάρεστων συναισθημάτων
Στη μελαγχολία, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί και ως απλή θλίψη, τα δυσάρεστα συναισθήματα έχουν παροδικότητα. Δεν διαρκούν πολύ και μόλις ξεπεραστεί το πρόβλημα, η θλίψη υποχωρεί. Αντίθετα, στην περίπτωση της κατάθλιψης, η απώλεια της διάθεσης είναι σχεδόν μόνιμη. Σύμφωνα με ειδικούς, αν τα δυσάρεστα συμπτώματά της διαρκέσουν περισσότερο από δύο εβδομάδες, τότε η κατάσταση αυτή μάλλον θα πρέπει να μας προβληματίσει.
2. Η αιτία (αν υπάρχει)
Η απώλεια ενός κοντινού προσώπου, ένας χωρισμός, η πίεση στη δουλειά ή μια αποτυχία είναι λογικό να μας «ρίξουν». Τότε, μιλάμε για μελαγχολία αφού η αιτία του προβλήματος μπορεί να προσδιοριστεί και εμείς οι ίδιοι ξέρουμε τι μας «φταίει». Πρόκειται δηλαδή για μια φυσιολογική αντίδραση σε ένα δυσάρεστο γεγονός που όλοι έχουμε βιώσει κάποια στιγμή στη ζωή μας.
Το ίδιο, όμως, δεν ισχύει και για την κατάθλιψη. Τότε, νιώθουμε θλιμμένοι για τα πάντα και δεν είμαστε σε θέση να καταλάβουμε το γιατί. Σύμφωνα, μάλιστα με ειδικούς, η κατάθλιψη δεν απαιτεί την ύπαρξη κάποιου δυσάρεστου γεγονότος που την πυροδότησε. Αντίθετα, μπορεί να εκδηλωθεί και σε περιόδους που εμφανώς δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα και που όλα βαίνουν καλώς.
3. Το πώς επηρεάζεται η καθημερινότητά μας
Στην «απλή» μελαγχολία μπορεί να είμαστε άκεφοι, όμως έχουμε την ικανότητα να εκτελέσουμε σωστά τις καθημερινές μας δραστηριότητες και να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας. Επιπλέον, όπως επισημαίνει η ψυχολόγος κ. Ιωάννα Καλλία σε σχετικό άρθρο του In2life, στις περισσότερες περιπτώσεις μια βόλτα με φίλους, η περιποίηση του εαυτού μας ή η ενασχόληση με κάποια δραστηριότητα λειτουργούν ως το «γιατρικό» και αρκούν για να μας κάνουν να νιώσουμε καλύτερα.
Στην περίπτωση της κατάθλιψης, όμως, η ένταση των συναισθημάτων είναι τόσο μεγάλη που μπορεί να μην είμαστε σε θέση να πραγματοποιήσουμε ακόμα και κάποιες από τις πιο απλές δραστηριότητες. Τα συναισθήματά μας, δηλαδή, είναι τόσο έντονα που μας πνίγουν και μας εμποδίζουν από το να «λειτουργήσουμε» κανονικά. Τότε, το μπάνιο, η δουλειά ή ακόμα και το φαγητό φαντάζουν δύσκολα.
Συμπερασματικά, η κατάθλιψη είναι μια πολύ πιο σοβαρή ψυχική ασθένεια με επιπτώσεις όχι μόνο στη διάθεση αλλά και την καθημερινότητά μας. Αν και τα συμπτώματα μπορεί να διαφέρουν από άτομο σε άτομο, δείτε ποιες ενδείξεις θα σας απαντήσουν στο αν χρειάζεστε τη βοήθεια ειδικού.
1. Νιώθετε διαρκώς θλιμμένοι, «κενοί» ή κλαίτε συχνά.
2. Δεν βρίσκετε πια ενδιαφέρον σε δραστηριότητες και χόμπι που μέχρι πρότινος σας ευχαριστούσαν.
3. Έχετε μεγάλες αυξομειώσεις βάρους.
4. Δυσκολεύεστε στον ύπνο (είτε μέχρι να κοιμηθείτε είτε κοιμάστε με πολλές διακοπές μέσα στη νύχτα).
5. Νιώθετε συνεχώς ότι κάτι σας «ενοχλεί» (σύμπτωμα που μπορεί να ισχύει επίσης για τα παιδιά και για τους εφήβους).
6. Η εξάντληση σας «τρώει».
7. Δεν μπορείτε να συγκεντρωθείτε ή να πάρετε αποφάσεις εύκολα.
8. Στις ακραίες περιπτώσεις, μπορεί να σας περνούν από το μυαλό ο θάνατος ή η αυτοκτονία.
Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική, ωστόσο, σε γενικές γραμμές, ένα άτομο πρέπει να εκδηλώσει τουλάχιστον πέντε από αυτά τα συμπτώματα για το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας και για διάστημα τουλάχιστον δύο εβδομάδων, για να διαγνωστεί με κατάθλιψη.
Το επόμενο βήμα είναι να απευθυνθείτε σε κάποιον ψυχολόγο ή ψυχίατρο ή αν δεν είστε ακόμα έτοιμοι, να επικοινωνήσετε με τη γραμμή βοήθειας για την κατάθλιψη (τηλέφωνο: 1034). Το σημαντικό είναι να θυμάστε ότι υπάρχουν λύσεις και ότι αν ζητήσουμε βοήθεια και αφήσουμε τους κοντινούς μας ανθρώπους (και όχι μόνο) να μας βοηθήσουν, θα βγούμε από αυτή την εμπειρία πολύ πιο δυνατοί!